- Ρε συ. Η μάνα του Θεού ποια είναι;
- Εννοείς την Παναγία;
- Όχι ρε. Αυτή είναι η μάνα του Χριστού.
- Μα ο Χριστός ήταν ο Θεός.
- Άσ’ τα αυτά μη δημιουργηθεί ανάμεσά μας κανένα νέο… Σχίσμα. Εγώ μιλάω για τη μάνα του μεγάλου Θεού, εκείνου που έκανε και το γιο.
- Ξέρω ‘γώ ποια ήταν;
- Εγώ νομίζω πως ξέρω.
- Για πες, να μάθουμε κι εμείς.
- Η ελπίδα.
- Δηλαδή, η ανάγκη του ανθρώπου να ελπίζει δημιούργησε το Θεό.
- Ακριβώς!
- Μπορείς να ελπίζεις αν δεν πιστεύεις σε κάτι;
- Σε τι να πιστεύεις;
- Στην ύπαρξη μιας ανώτερης δύναμης, ενός Θεού.
- Δηλαδή, νομίζεις πως η πίστη προηγείται της ελπίδας.
- Έτσι νομίζω. Αν δεν πιστεύεις σε κάτι, πώς να ελπίζεις;
- Μπορεί όμως, η ανάγκη να ελπίζεις να σε κάνει να κατασκευάσεις έναν Θεό τον οποίο από κει και πέρα πιστεύεις.
- Το θέμα είναι ότι η πίστη δίνει ελπίδα.
- Και η ελπίδα πίστη.
- Ο Θεός δίνει ελπίδα.
- Η πίστη στο Θεό δίνει ελπίδα. Όμως, η ελπίδα δεν δίνει απαραίτητα πίστη σε κάποιο Θεό. Άλλο να ελπίζω ότι υπάρχει Θεός κι άλλο να το πιστεύω. Αν πιστεύω πραγματικά, τότε σίγουρα ελπίζω κιόλας. Όσοι πιστεύουν στο Θεό, αντλούν απ’ το Θεό ελπίδα.
- Μ’ άλλα λόγια η ελπίδα είναι από τη μια μάνα του Θεού κι από την άλλη… κόρη του.
- Βεβαίως. Είναι μητέρα του Θεού διότι, μπορεί το Θεό να τον δημιουργεί η ανάγκη να ελπίζουμε. Είναι όμως και κόρη του διότι η πίστη στο Θεό δίνει ελπίδα.
- Τι σόι ελπίδα δίνει;
- Τι ελπίζουν αυτοί που πιστεύουν σε Θεό;
- Ότι θα τους προστατεύει απ’ ό,τι θεωρούν κακό.
- Το ελπίζουν αυτό ή το πιστεύουν;
- Το ελπίζουν επειδή το πιστεύουν.
- Μα αν το πιστεύουν, γιατί να το ελπίζουν; Αν είμαι βέβαιος για κάτι δεν χρειάζομαι να ελπίζω.
- Δεν σε καταλαβαίνω.
- Ας υποθέσουμε ότι έχεις 300 Ευρώ σ’ ένα συρτάρι. Σ’ αυτή την περίπτωση γνωρίζεις ότι έχεις 300 Ευρώ. Δεν ελπίζεις ότι τα έχεις.
- Πρόσεξε όμως τι είπες: Είπες «γνωρίζεις». Δεν είπες «πιστεύεις».
- Μα άμα γνωρίζω, πιστεύω.
- Η γνώση και η πίστη είναι διαφορετικές έννοιες: Στην πραγματικότητα, αυτό που γνωρίζεις είναι ότι την τελευταία φορά που άνοιξες το συρτάρι, είχε μέσα 300 Ευρώ. Πιστεύεις λοιπόν, ότι τα χρήματα εξακολουθούν να είναι εκεί. Όμως, δεν το γνωρίζεις σίγουρα. Μπορεί στο μεταξύ, κάποιος να τα πήρε.
- Με αυτή την λογική, θα μπορούσαμε να πούμε ότι πιστεύεις πως τα λεφτά είναι κει επειδή ελπίζεις ότι κάποιος δεν τα πήρε. Όμως θα μπορούσαμε να πούμε πως ελπίζεις πως τα λεφτά είναι εκεί επειδή πιστεύεις πως δεν τα πήρε κάποιος.
- Εννοείς την Παναγία;
- Όχι ρε. Αυτή είναι η μάνα του Χριστού.
- Μα ο Χριστός ήταν ο Θεός.
- Άσ’ τα αυτά μη δημιουργηθεί ανάμεσά μας κανένα νέο… Σχίσμα. Εγώ μιλάω για τη μάνα του μεγάλου Θεού, εκείνου που έκανε και το γιο.
- Ξέρω ‘γώ ποια ήταν;
- Εγώ νομίζω πως ξέρω.
- Για πες, να μάθουμε κι εμείς.
- Η ελπίδα.
- Δηλαδή, η ανάγκη του ανθρώπου να ελπίζει δημιούργησε το Θεό.
- Ακριβώς!
- Μπορείς να ελπίζεις αν δεν πιστεύεις σε κάτι;
- Σε τι να πιστεύεις;
- Στην ύπαρξη μιας ανώτερης δύναμης, ενός Θεού.
- Δηλαδή, νομίζεις πως η πίστη προηγείται της ελπίδας.
- Έτσι νομίζω. Αν δεν πιστεύεις σε κάτι, πώς να ελπίζεις;
- Μπορεί όμως, η ανάγκη να ελπίζεις να σε κάνει να κατασκευάσεις έναν Θεό τον οποίο από κει και πέρα πιστεύεις.
- Το θέμα είναι ότι η πίστη δίνει ελπίδα.
- Και η ελπίδα πίστη.
- Ο Θεός δίνει ελπίδα.
- Η πίστη στο Θεό δίνει ελπίδα. Όμως, η ελπίδα δεν δίνει απαραίτητα πίστη σε κάποιο Θεό. Άλλο να ελπίζω ότι υπάρχει Θεός κι άλλο να το πιστεύω. Αν πιστεύω πραγματικά, τότε σίγουρα ελπίζω κιόλας. Όσοι πιστεύουν στο Θεό, αντλούν απ’ το Θεό ελπίδα.
- Μ’ άλλα λόγια η ελπίδα είναι από τη μια μάνα του Θεού κι από την άλλη… κόρη του.
- Βεβαίως. Είναι μητέρα του Θεού διότι, μπορεί το Θεό να τον δημιουργεί η ανάγκη να ελπίζουμε. Είναι όμως και κόρη του διότι η πίστη στο Θεό δίνει ελπίδα.
- Τι σόι ελπίδα δίνει;
- Τι ελπίζουν αυτοί που πιστεύουν σε Θεό;
- Ότι θα τους προστατεύει απ’ ό,τι θεωρούν κακό.
- Το ελπίζουν αυτό ή το πιστεύουν;
- Το ελπίζουν επειδή το πιστεύουν.
- Μα αν το πιστεύουν, γιατί να το ελπίζουν; Αν είμαι βέβαιος για κάτι δεν χρειάζομαι να ελπίζω.
- Δεν σε καταλαβαίνω.
- Ας υποθέσουμε ότι έχεις 300 Ευρώ σ’ ένα συρτάρι. Σ’ αυτή την περίπτωση γνωρίζεις ότι έχεις 300 Ευρώ. Δεν ελπίζεις ότι τα έχεις.
- Πρόσεξε όμως τι είπες: Είπες «γνωρίζεις». Δεν είπες «πιστεύεις».
- Μα άμα γνωρίζω, πιστεύω.
- Η γνώση και η πίστη είναι διαφορετικές έννοιες: Στην πραγματικότητα, αυτό που γνωρίζεις είναι ότι την τελευταία φορά που άνοιξες το συρτάρι, είχε μέσα 300 Ευρώ. Πιστεύεις λοιπόν, ότι τα χρήματα εξακολουθούν να είναι εκεί. Όμως, δεν το γνωρίζεις σίγουρα. Μπορεί στο μεταξύ, κάποιος να τα πήρε.
- Με αυτή την λογική, θα μπορούσαμε να πούμε ότι πιστεύεις πως τα λεφτά είναι κει επειδή ελπίζεις ότι κάποιος δεν τα πήρε. Όμως θα μπορούσαμε να πούμε πως ελπίζεις πως τα λεφτά είναι εκεί επειδή πιστεύεις πως δεν τα πήρε κάποιος.
Μόλις παρακολουθήσαμε ένα διάλογο που έχει σαν κύριο θέμα τη σχέση της πίστης με την ελπίδα. Τελικά, φαίνεται πως αυτές οι δύο έννοιες είναι οι δύο πλευρές του ιδίου νομίσματος. Γι αυτό η εκκλησία τις γιορτάζει την ίδια μέρα! Είναι αδύνατο να υπάρξει η μία χωρίς την άλλη. Δεν είναι δυνατόν να ελπίζω και να μην πιστεύω. Είναι επίσης αδύνατο να πιστεύω δίχως να ελπίζω. Άλλωστε η ελπίδα είναι μια πεποίθηση, δηλαδή μια μορφή πίστης στην πιθανότητα να εξελιχθούν ευνοϊκά τα πράγματα.
Μπορώ όμως να μην πιστεύω και να μην ελπίζω σε τίποτα; Μπορεί σε μια τέτοια περίπτωση κάποιος να είναι ψυχικά «καλά»; Μου έρχεται στο νου η επιγραφή πάνω στον τάφο του συγγραφέα Νίκου Καζαντζάκη. Αν ποτέ βρεθείς στο Ηράκλειο της Κρήτης, αξίζει να τον επισκεφθείς.
Δεν Ελπίζω Τίποτα
Δεν φοβάμαι τίποτα
Είμαι λέφτερος
Μόνο ένας νεκρός δεν ελπίζει. Αλλά ακόμα κι αυτό, δεν μπορούμε να το πούμε με βεβαιότητα. Συνεπώς, αυτό που πραγματικά εννοεί αυτή η επιγραφή είναι:
Είμαι νεκρός.
1 σχόλιο:
σύμφωνα με τον καζαντζάκη οι πέτρες είναι ελεύθερες
βοήθειά μας
Δημοσίευση σχολίου