Το τάβλι
Αφιερωμένο στον αγαπημένο μου φίλο
Sir George
Papoutsi
σε αντάλλαγμα για ένα ροφό
Ήτανε ένας τορναδόρος
που ήταν μέγας ταβλαδόρος
κι απ’ του ζαριού τον κάματο
Έβγαζε μεροκάματο.
Όμως, μέγας ταβλαδόρος
ήταν και ένας δικηγόρος
όπου στου ζαριού την τέχνη
τον φωνάζαν «καλλιτέχνη».
Ήταν μέρα μεσημέρι
που το έφερε η τύχη
να βρεθούν αυτοί οι δύο
στου Θωμά το καφενείο.
Ο Θωμάς είχε μια δική
δεν επλήρωνε το φόρο
έτσι, στην ανάγκη απάνω
φώναξε το δικηγόρο.
Τον εγνώριζε απ΄ το τάβλι
που ‘παιζε στο καφενείο
μια και κάπου παραδίπλα
είχε το ...δικηγορείο.
Είχε θαυμαστές πολλούς
που στο τάβλι είχαν μεράκι
κι είχε κι ένα παρατσούκλι
το φωνάζανε «γεράκι».
Όμως και ο τορναδόρος
που τον λέγανε Λευτέρη
είχε οπαδούς στο τάβλι
που τον λέγανε «ξεφτέρι».
Σαν γνωρίστηκαν οι δυο τους
προς το τάβλι ήρθε η κουβέντα
πόσα κέρδιζε καθένας
και ποιος είχε πάντα ρέντα.
βάλαν στοίχημα μεγάλο.
Το παιχνίδι όποιος κερδίσει
τα λεφτά θα τα κρατήσει.
Ο αγών ήταν στα πέντε
κι όποιος κέρδιζε τα τρία
θα ΄παιρνε όλο το χρήμα
και την εύφημο τη μνεία.
Εμαζεύτηκεν ο κόσμος
γύρω από τους δύο παίχτες
τα στοιχήματα βροχή
κι ο Θωμάς αγκομαχεί.
Ο Θωμάς ήταν ταμίας,
στο παιχνίδι διαιτητής
και στο στοίχημα του αγώνα
ήτανε εγγυητής.
Τα ποσά ήταν μεγάλα.
Ήσαν όλοι ματσωμένοι
και μαζί με όλα τ΄ άλλα
τζογαδόροι αρρωστημένοι.
Ο Θωμάς στο καφενείο
είχε να ξοφλήσει δάνειο
και για να τα βγάλει πέρα
είχε βάλει και βιδάνιο.
Πόνταραν οι καφενόβιοι
στην πλευρά του δικηγόρου
το Λευτέρη δεν τον ξέραν
ήταν παίχτης άλλου χώρου.
Θα ΄ταν πενιχρά τα κέρδη
την ανθίστηκε ο Θωμάς
στην πλευρά του τορναδόρου
ήτανε ο μπεζαχτάς.
Πήρε όλα τα λεφτά του
κι όσα του ΄χαν κάνει δώρο
και με πόνο στην καρδιά του
πόνταρε στον τορναδόρο.
Τα είχε πάρει ο δικηγόρος
και στο ζάρι είχε σκουπίδια
ο φτωχός το τορναδόρος.
Όλο εξάρες και πεντάρες·
οι ζαριές του καρμανιόλα
κι ο Θωμάς είχε κομμάρες
και τα νύχια του έφαγ΄ όλα.
Με τα μάτια μες τη φλόγα
άρχισε η μοιραία παρτίδα
κι όλοι κοίταζαν τους παίχτες
μ΄ αγωνία και ελπίδα.
Ρίχνει ζάρια ο δικηγόρος
που τον λέγανε «γεράκι»
και στα δύο του τα ζάρια
έκατσ΄ ένα εξαράκι.
Το ΄δε αυτό ο τορναδόρος
κι είπε τότε του Θωμά:
- Φέρε μας ένα ποτήρι
διότι η ζαριά βρωμά.
«Φίλε δεν καταλαβαίνω»
ο Θωμάς λέει σαστισμένα
- Άλλα ζάρια και ποτήρι
γιατί αυτά είναι στημένα!
Φέρνει ο Θωμάς ποτήρι
φέρνει και καινούργια ζάρια
κι η ζαριά του Λευτεράκη
ήτανε δύο εξάρια.
Ο αγχωμένος δικηγόρος
ρίχνει ζάρια με μανία
μα σε τούτη τη ζαριά του
έφερε δύο και τρία.
Παίζει τώρα ο τορναδόρος
ήρεμος και με ελπίδα
φέρνει πάλι έξι πέντε
και την παίρνει την παρτίδα!
Στον επόμενο το γύρο
έγινε το δύο - δύο
κι έκανε το δικηγόρο
να προτείνει έναν όρο:
«Η ζαριά χωρίς ποτήρι
αλλά μόνο με χεράκι»
μιας και ήξερε ο μάγκας
πως σ΄ αυτό ήταν γεράκι.
Δεν το δέχθηκε ο Λευτέρης
κι ήταν κι ο Θωμάς μαζί του
συμφωνήσανε κι οι άλλοι
και το ματς θ΄ αρχίσει πάλι.
Πάτσι ως τώρα ο αγώνας
«όποιος στοίχημα αλλάξει
θα κερδίσει τα διπλά».
Κόκαλο οι καφενόβιοι
και κανείς τους δεν τολμά
να ποντάρει στο Λευτέρη
και να βγάλει τα διπλά.
Τώρα αρχίζει ο αγώνας
που θα είναι ο τελικός
η αναμονή αιώνας
και ο κόσμος νευρικός.
Θα ΄ριχναν τα ζάρια οι παίχτες
και όποιος είχε πιο μεγάλο
θα εξεκινούσε πρώτος
και θα άφηνε τον άλλο.
Ρίχνει ζάρια ο Λευτέρης
και του πέφτει πέντε κι έξι
ρίχνει και ο δικηγόρος
και του κόπηκε η μέση.
Δύο και τρία ο δικηγόρος
σε ολόκληρη παρτίδα
κι Λευτέρης πρωτοπόρος
έπαιζε σαν καταιγίδα.
Πριν τελειώσει ο αγώνας
τον ρωτάει το Λευτέρη:
«Σε πειράζει τη ζαριά μου
να τη ρίξω με το χέρι;».
Πέρα από ταβλαδόρος
ο Λευτέρης είν΄ κι ατσίδα
κι έτσι ο βλάκας δικηγόρος
έπεσε μες την παγίδα.
«Ρίξε μια ζαριά με χέρι
κι ό,τι φέρεις θα μετρήσει»
κι εκεί πάνω ο δικηγόρος
ζήτησε να κατουρήσει.
Αφού γύρισε σε λίγο
ρίχνει ζάρια, φέρνει εξάρες
κι οι θαμώνες τον κοιτούσαν
με απάνω τις φρυδάρες.
Ο Λευτέρης τσιτωμένος
με τα νεύρα τεντωμένα:
«Βρε Θωμά εσύ δε βλέπεις
πως τα ζάρια είναι στημένα;
Διαιτητής όμως αν είσαι
χερ στην τσέπη του να βάλεις
κι άμα κει βρεις εκεί δυο ζάρια
πρέπει να τον αποβάλεις.
Βάζει ο Θωμάς το χέρι
στου δικηγορά την τσέπη
βρίσκει άλλο ένα ζευγάρι
και κοιτάζει το Λευτέρη.
και αν κρύβουν ατιμία
με αυτά που έχεις στο χέρι
ρίξε φίλε άλλη μία».
Ρίχνει μια ζαριά ο Λευτέρης
και του κάθονται εξάρες
με υδράργυρο στα ζάρια
αποκτάς μεγάλες χάρες.
Κοκκινίζει ο δικηγόρος
και σηκώνεται να φύγει
τον βουτάν οι καφενόβιοι
κι έτσι το παιχνίδι λήγει.
Νικητής ο τορναδόρος
άφαντος ο δικηγόρος
μάθανε τα παλικάρια
πως τα έστηνε τα ζάρια.
Ο Θωμάς λίγο πιο πέρα
να μετράει τα λεφτά του
απ το στοίχημα που μόνο
είχε κάτσει στη μεριά του.
«Την ξοφλάω την εφορία
και δεν θέλω δικηγόρο
κι όλη αυτή η ευφορία
χάρις σ΄ έναν τορναδόρο».
Γιώργος Πιντέρης
Σαλαμίνα,
17 Αυγούστου 2015.
2 σχόλια:
πολυαγαπημένοι Γιώργος Πιντέρης και Γιώργος Παπουτσής!!!! Δίκαιη ανταλλαγή, ένα πολύ ωραίο ποιήμα με ένα πολύ ωραίο ψάρι!!!
Ώστε ο Herr Papoutsis (γερμανομαθής γαρ...) σου δίνει ροφούς και εμένα που είμαι δίπλα με έχει
στη δίαιτα; Θα τον πατάξω αμείλικτα! Γιώργο, ανακάλυψα τυχαία το blog σου (ο Papoutsis δεν
μου κάνει την τιμή να με ενημερώσει) και θα σε διαβάζω όποτε έχεις κάτι να πεις...όπως πάντα
εύστοχος και με χιούμορ...(Τώρα, αν αναρωτιέσαι ποιος είμαι, είμαι μια "φωνή" από το παρελθόν - ο Μανόλης παιδικός φίλος του Herr Papoutsis και "επίσημος βοηθός" του στο Next Island...Το θυμάσαι άραγε;...)
Δημοσίευση σχολίου